When I was young, it was more important

Pain more painful

The laughter much louder, yeah

When I was young

Ήταν Κυριακή, η νύχτα είχε τυλίξει την πόλη, έκανε κρύο, όταν μπήκα στο χώρο για πρώτη φορά. Ήταν η μοναδική φορά που ανέβηκα στον εξώστη και αυτό γιατί ήμουν παρέα με …μεσήλικες. Οι γονείς μου ήταν ηλικιακά όσο είμαι εγώ τώρα και μιας και η αφορμή εκείνης της συνεύρεσης ήταν μια ταινία που γεφύρωνε το χάσμα του τότε με το τώρα (if 60s were 90s διατείνονταν κάποτε οι Beautiful People, παραφράζοντας και σαμπλάροντας Hendrix), είμασταν στον κατάλληλο τόπο και περίσταση. “Ο αδερφός μου κι εγώ”, του Αντώνη Κόκκινου, μόλις είχε βγει στους κινηματογράφους και τι καλύτερο από μια παρουσίαση, έκθεση, προβολές και live σ’ ένα παλιό σινεμά του κέντρου που ήταν χώρος συναυλιών πια.

Είχαμε αργήσει, οπότε ο Eric είχε ήδη ξεκινήσει, ο Aynsley έδινε ρέστα στα τύμπανα, αλλά οι άλλοι μουσικοί αμέσως μου …ξίνισαν με τη metal αισθητική τους. Το When I Was Young το οποίο τραγουδούσε ο Burdon εκείνη την ώρα, σε μένα πάντα φάνταζε υπέροχο, αλλά όχι μόνο, πάντα ήλπιζα βαθιά μέσα μου να έχω ζήσει στο μεταπολεμικό σύμπαν, γεμάτο φτώχεια μεν, ελπίδες δε και όλα όσα ανακαλύπτει ένας νέος σε αυτό το φόντο της ιστορίας, ξεδιαλύνοντας αργά την ομίχλη γύρω του. Ο Eric με έβαζε στο κλίμα και γω ονειροπολούσα τα ασπρόμαυρα 50s, δισκάκια, ραδιόφωνα, χορούς, αλητείες και εφηβικούς έρωτες, κλεμμένα βιβλία, προβολές στα κρυφά. Όλα αυτά ενώ τότε ζούσαμε τα χρόνια της αφθονίας, λίγο πριν μπούμε στον 21ο αιώνα και στο ευρώ (τρομάρα μας). Η 11η Ιανουαρίου 1998 δεν έφυγε ποτέ απ’ το νου μου, μιας και ήταν η πρώτη “κανονική” συναυλία που πήγα -αν και δεν ήταν …κανονική, το ίδιο και η παρέα, αλλά τέλος πάντων αυτό συνέβη στο ΡΟΔΟΝ. Έβλεπα το ρόδο στη μαρκίζα, το δρόμο πίσω μου, τον κόσμο να παίζει στο ηλικιακό δίπολο εφηβείας και 40+ και ένιωθα την οικειότητα του περιβάλλοντος και του θρυλούμενου χάσματος γενεών.

Μελλοντικά θα έμελλε να γίνει το βασικό συναυλιακό μου μονοπάτι, ξεκινώντας λίγες μέρες αργότερα μέχρι το 2004. Μετά μπήκα φαντάρος και εν τω μεταξύ ώσπου να βγω το ΡΟΔΟΝ ήταν παρελθόν και ανέτειλε στη Λιοσίων το Gagarin, που είχα ήδη επισκεφτεί. Ότι έμεινε ήταν τα παλιά εισιτήρια, οι αναμνήσεις και οι μπάντες που είδα, το οργιαστικό δίωρο με τον Iggy στη σκηνή, η κλωτσιά στη μύτη (μου) στις Τρύπες, οι τόνοι ιδρώτα και η επιστροφή με τα πόδια. Εκεί ανεβαίνοντας την Αλεξάνδρας η μοναξιά, το κρύο και o σκοτεινός δρόμος, μετά το στριμωξίδι ανάμεσα σε άλλους 1000+ ανθρώπους, ήταν ανακουφιστικά και καταπραϋντικά. Επέστρεφα σπίτι για να ξανακούσω όσα άκουσα ζωντανά πιο “μορφωμένος” πια, γεμάτος, έμπειρος, καυλωμένος.

Εκεί στην οδό Μάρνη πέρασα πολλές φορές μέρα, μα μόνο 2 μπήκα μέσα. Όχι …χαμένος στο supermarket πια, αλλά πριν, τότε που άνοιγαν οι πόρτες για τα παζάρια δίσκων. Ακόμα δεν είχε μπει το internet στη ζωή μας (ή μάλλον καλύτερα στη δική μου), οπότε η αγορά ήταν η μόνη επιλογή. Από τη δεύτερη -και έπειτα- φορά που πήγα είχα αποκτήσει pick up, οπότε επικεντρώθηκα στα βινύλια, την πρώτη όμως μια Κυριακή 23 Μάη του 1999 πήγα απλά για τη βόλτα. Φεύγοντας είχα αγοράσει έναντι 5.000 (δανεικών) δραχμών τις Basement Tapes των Bob Dylan/Band σε διπλό cd. Ήταν μια απόδειξη ότι η μουσική έχει τον τρόπο να μας αλλάζει τη διάθεση, μια ηλιαχτίδα αχνοφάνηκε εντός μιας προσωπικής καταιγίδας εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Και επειδή διαθέτω -ευτυχώς ή δυστυχώς- μνήμη, θυμάμαι το LP των Names, Swimming την Ελληνική κόπια του οποίου -στη Music Box- αγόρασα ένα μεσημέρι στις αρχές του 21ου αιώνα στο ίδιο σημείο. Όποτε βάζω τη βελόνα πάνω στον δίσκο, το εναρκτήριο Discovery έχει διττή σημασία.

Εκείνη πάνω-κάτω την περίοδο (98-99) ένας άνθρωπος του club -και όχι μόνο- ηχογραφούσε ένα τραγούδι που περιείχε τον στίχο: “Από του ΡΟΔΟΝ το υπόγειο αγκαλιάζω την υδρόγειο'” (Στο Υπόγειο Χωρίς Τον Tricky από τους Thirty Ντέρτι του Θοδωρή Μανίκα), εμπνεόμενος από ένα live του Tricky εκεί. Ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα ΡΟΔΟΝ-LIVE! 1987-2005 αντιλαμβάνομαι πόσο “μικρός” είμαι και πόσα λίγα live είδα στον χώρο. Το ότι τα θυμάμαι όλα, ίσως κάτι να λέει, ίσως όχι, τότε βέβαια δεν ήξερα πως επρόκειτο για παλιό σινεμά και σε μένα μια αίθουσα έστω και παρελθοντική κάνει κάτι “ενεργειακά”, εμπεριέχει εντός της το υλικό απ’ το οποίο φτιάχνονται τα (δικά μου) όνειρα. Δίσκοι, ταινίες, συναυλίες και βιβλία. Και παρότι ο Johhny Thunders έχει δίκιο όταν τραγουδάει “You Can’t Put Your Arms Around A Memory” …μην προσπαθείς, ε η μαγεία δε χάνεται και ας είναι άπιαστη. Αν περάσεις από την οδό Μάρνη 24 ίσως και να τη νιώσεις, έχε πάντα στο νου το ρόδο και το μότο του ΡΟΔΟΝ “Regina rosas amat”, του κορυφαίου συναυλιακού club του κόσμου κατά τον Burdon. Το “We’ ve Got To Get Out Of This Place” μπορεί να μη το έγραψε εκείνος, αλλά το είπε μαζί με τους Animals όπως του έπρεπε, σημαδεύοντας για πάντα κάθε έννοια …φυγής. Και αν φύγαμε πάντως δε “φύγαμε” ολότελα, “Καίγομαι ολόκληρος εδώ και ξανασβήνω εδώ”.

Διαβάστε το λεύκωμα: ΡΟΔΟΝ-LIVE! 1987-2005, του 2006

Δείτε: τα Στέκια

όπως επίσης και τις ταινίες: I Put A Spell On Me (2001), Τέλος Εποχής (1994), Η Αρτίστρια (1966), στις οποίες μπορεί κανείς να δει το ΡΟΔΟΝ εντός, εκτός και επί τα αυτά (ως κινηματογράφο).

Ακούστε τα ηχογραφημένα εντός του club: Κράτα Το Σώου Μαϊμού, Ο Ρομπέν Των Χαζών, το live των Nick Gravenites & John Cipollina.

“Η ευτυχία δεν είναι κάτι που βιώνεις, αλλά κάτι που θυμάσαι”.

Σπύρος Καλετσάνος (Noir)


More Posts for Show: Noir