Από μικρός φερόμουν σκληρά στον εαυτό μου. Θυμάμαι κάποια μεσημέρια απερίγραπτης ανίας να υποχρεώνω τους μύες του προσώπου μου σε συσπάσεις που υπάκουαν σε έναν εντελώς δικό μου ρυθμό, μη αντιληπτό στα ξαδέρφια μου, που κοιμόνταν παραδίπλα ή που με είχαν απλώς απομονώσει και δε μου μιλούσαν. Μεγαλώνοντας έμαθα πως αυτή η συμπεριφορά λέγεται ‘ψυχαναγκασμός’ και πως μπορεί να «σου μείνει» που λένε και ότι, ακόμη κι αν έχεις τα λεφτά της Ντενίση και τους νευρολόγους του Μητσοτάκη, ίσως να μη μπορέσεις ποτέ ν’ απαλλαγείς από το φοβερό ‘τικ’ που θα σου χαλάσει τη ζωή.

Θυμάμαι και τη Βάσια, που σταμάτησε να τρώει ‘Big Babol’ κάνοντας ασταμάτητες φούσκες, γιατί η μάνα της την ενημέρωσε ότι θα έβγαζε φούσκες σε όλο της το πρόσωπο αν συνέχιζε έτσι και «δε θα βλέπεσαι παιδί μου».  Ομολογώ πως δε βρήκα επιστημονική τεκμηρίωση στη διατύπωση αυτή όσο κι αν έψαξα.

Ψυχαναγκασμός είχε πιάσει και το Γρηγόρη όταν τσιμπήθηκε με τη Σταυρούλα μέσω διαδικτύου, αυτός μόνος στην Πρίστινα για τις μετρήσεις του διδακτορικού κι εκείνη πριγκηπέσα στην Αθήνα. Περίμενε νύχτες ολόκληρες να του δώσει σημασία, πατώντας δις το δευτερόλεπτο το Inbox, μη και χάσει τα κορδελάκια της Σταυρούλας. Ένα μήνα έκατσε στην Πρίστινα ο Γρηγόρης, τρία ποντίκια χάλασε και μπαινόβγαινε στα ηλεκτρονικάδικα, μέχρι να γυρίσει, να γνωριστούνε και να τα φτιάξουνε το ίδιο κιόλας βράδυ. Τέτοιος έρωτας.

«‘Ήμουν δύο χρονών. Η πρώτη γεύση που θυμάμαι είναι η γεύση του χώματος. Έτρωγα χώμα με την ξαδέρφη μου, Ofelia, που ήταν δυο χρονών. Ήμουν ένα αδύνατο παιδί με κοιλιά πρησμένη απ’ τα σκουλήκια που μεγάλωναν στο στομάχι μου με τόσο χώμα που έτρωγα..»
(απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Ρεινάλντο Αρένας ‘Πριν πέσει η νύχτα’)

Εσύ κάθε πρωί περιμένεις στη στάση και διαβάζεις ευλαβικά την ίδια προσταγή: «παίξε όπως είσαι».  Το λεωφορείο σταματά μπροστά σου και δυο υπέροχα, πλαστικά, ροζ στήθη αποχωρίζονται το ένα τ’ άλλο για να ανοίξει η πόρτα και να μπεις. Όλη μέρα το σκέφτεσαι. «Τουλάχιστον εκεί δε θα σε δει κανείς και, πού ξέρεις; Μπορεί να τα πάρεις εσύ τα 848 ευρώ». Όλη μέρα γλείφεις το μήλο και το βράδυ το δαγκώνεις. Τους βάζεις όλους για ύπνο, με τις πιζάμες και ξυπόλητος ανοίγεις το pc. Μπαίνεις σαν άρχοντας στο καζίνο της οθόνης και τ’ ακουμπάς.

(συνεχίζεται;)

kat