Το ζήτημα του χρόνου… του παλιού, του καινούριου, του παντοτινού.  Απόλυτος ή σχετικός, ο χρόνος του ρολογιού ή της καρδιάς, αυτός που ποτέ δεν φτάνει, αλλά συνέχεια ξαναρχίζει. Αυτός που πάντα μας τρομάζει με την απειλή του ‘τέλους’ του. Και σαν να μην έφταναν αυτά, από τον 20ό αιώνα η επιστήμη πρόσθεσε κι άλλο ερώτημα, “υπάρχει τελικά ο χρόνος;”, γελώντας στα μούτρα της ανέκαθεν προβληματισμένης με αυτά τα ζητήματα ανθρωπότητας…

Όταν τα πράγματα ζορίζουν, ζητάμε βοήθεια από τους αγαπημένους, στην περίπτωσή μας ανατρέχουμε στη μουσική. Δεν ξέρω γιατί, αλλά η τζαζ μου φαίνεται πιο κατάλληλος συνομιλητής σε αυτό το διάλογο. Ίσως γιατί είναι σαν το χρόνο κι αυτή. Μπορεί να μην πολυκαταλαβαίνεις τι και πώς γίνεται, αλλά την αισθάνεσαι. Για να δούμε….

“Αυτή η διαμάχη, μεταξύ της άποψης του χρόνου ως απόλυτου και προϋπάρχοντος και ως σχετικού, μπορεί να δοθεί γλαφυρά με τον παρακάτω τρόπο. Φαντασθείτε ότι το Σύμπαν είναι μια σκηνή όπου ένα κουαρτέτο εγχόρδων η ένα γκρουπ της τζαζ πρόκειται να παίξει. Η σκηνή και η αίθουσα είναι προς το παρόν άδεια, αλλά εμείς ακούμε ένα τικ-τακ, σαν κάποιος να έχει ξεχάσει μετά την τελευταία δοκιμή, να κλείσει ένα μετρονόμο, που βρίσκεται σε μια γωνιά του κοίλου της ορχήστρας. Ο μετρονόμος που χτυπάει στην άδεια αίθουσα είναι το αντίστοιχο του φανταστικού απόλυτου χρόνου του Νεύτωνα, ο οποίος προχωράει αιώνια με σταθερό ρυθμό, πριν και ανεξάρτητα από καθετί που υπάρχει πραγματικά η συμβαίνει στο Σύμπαν. Οι μουσικοί εισέρχονται, το Σύμπαν ξαφνικά δεν είναι άδειο αλλά μπαίνει σε κίνηση, και αρχίζουν να παίζουν υφαίνοντας ο καθένας τη δική του ρυθμική τέχνη. Τώρα ο χρόνος που εισέρχεται στη μουσική τους δεν είναι ο απόλυτος προϋπάρχων χρόνος του μετρονόμου. Είναι ένας σχετικός χρόνος βασισμένος στην ανάπτυξη πραγματικών σχέσεων μεταξύ των μουσικών φράσεων. Το ξέρουμε ότι είναι έτσι επειδή οι μουσικοί δεν ακούνε το μετρονόμο. Ακούνε ο ένας τον άλλο, και ανάμεσα στις μουσικές εναλλαγές τους, παράγουν ένα χρόνο στη συγκεκριμένη θέση και στην παρούσα στιγμή μέσα στο Σύμπαν.

…Όμως, πάντα ο μετρονόμος βρίσκεται στη γωνία του και κτυπάει χωρίς να ακούγεται από τους μουσικούς.”

(από επιστημονικό site)

Okey… Το κατάλαβα το παράδειγμα, τι γίνεται όμως με τον ‘προσωπικό χρόνο’, εκείνο το μοναδικής κατασκευής ρολόι που χτυπάει μέσα στο μυαλό και την καρδιά του καθενός μας και ορίζει το βηματισμό μας;

Καμιά φορά ο Μίνγκους έδιωχνε τη μισή μπάντα μέσα σε μια νύχτα. Πιο συχνά, σαν τον κόσμο που μετακομίζει μακριά από τα ηφαιστειακά εδάφη γιατί δεν ξέρει πότε θα ξαναεκραγούν, οι μουσικοί παραιτούνταν από μόνοι τους γιατί δεν άντεχαν την πλημμύρα των απειλών και των βρισιών. Άλλοι πάλι έμεναν μαζί του, γνωρίζοντας ότι η δημιουργικότητά του και η οργή του ήταν δυο πράγματα αδιαχώριστα. Στη ζωή και στη μουσική αντιδρούσε σε ό,τι συνέβαινε πριν συμβεί, πάντα ένα κλάσμα πριν από το μέτρο…

…Όταν έπαιζες μαζί του υπήρχαν στιγμές που σε τρομοκρατούσε και άλλες που φυσούσες το όργανο με τη μεγαλύτερη χαρά που είχες νιώσει ποτέ, καθώς οι φωνές του Μίνγκους μετατρέπονταν σε ιαχές εμψύχωσης: “Δουλεύτε το, δουλεύτε το, δουλεύτε το”. Κι άλλες φορές η φωνή του έσκαγε σαν το μαστίγιο στις ράχες των αλογων: “Μετράς τρεις χρόνους στα τύμπανα και μπαίνεις!”

(Geoff Dyer, “Kι όμως, όμορφα.. Ένα βιβλίο για την τζαζ”)

Ωραία και με το προσωπικό ρολόι, στη ζωή και στη μουσική όμως λειτουργούμε με σχέσεις και χρειάζεται συχνά να συγχρονίζουμε τα ρολόγια μας με των άλλων για να υπάρξουμε παρέα, για να φτιάξουμε μια μουσική ‘συμφωνία’…

―Ξέρεις, Κυβέλη, εξακολούθησε, το κάθε τι στον κόσμο γίνεται παρά λίγο, κατά προσέγγιση, με αποτζιατούρες.

Πρώτη φορά την έλεγε με τ’ όνομά της. Ήταν αλλόκοτο, αυστηρό, ξένο.

Ίσως και κάπως αστείο.

―Κάτι χειρότερο. Γίνεται á contre-temps. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις. Όπως στη μουσική. Να, έρχεται άδοξα στην αδύνατη στιγμή, όταν δεν το ζητάς ακόμα ή δεν το ζητάς πια, κι έτσι πλέκεται, μια ατέλειωτη, αξεδιάλυτη παρεξήγηση. Αυτό έγινε και μεταξύ μας. Όταν σ’ αγαπούσα ήσουν αδιάφορη. Τώρα πια είναι αργά. Δε γίνεται τίποτα, στο είπα. Ο Χαρισιάδης θα μπορούσε θαυμάσια να παραστήσει την ζωή σαν ένα θέμα με συγκοπές και αποτζιατούρες. Αυτό, άλλωστε, είναι και το μεταφυσικό νόημα της τζαζ. Οι αντιχρονισμοί, που αποτελούν τη ρυθμική της βάση, καθώς και οι διαφωνίες, στο αρμονικό επίπεδο, είναι ακριβώς η έκφραση αυτής της αλυσίδας των απωθήσεων και των πόθων που δεν μπορούν να συγχρονιστούν. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνεις…

(Μιμίκα Κρανάκη,  Contre-temps)

Και τα άλλα είδη μουσικής; Και το rock n’ roll; Τι έχουν να μας πουν για το χρόνο;  Άπειρα πράγματα, πανέμορφοι ή ανεπιτυχείς στίχοι, να έχεις να διαλέγεις και να προσαρμόζεις στη διάθεσή σου, σίγουρα όχι και πολύ διαφωτιστικοί, να θες να πάρεις απαντήσεις. Ενδεικτικά:

“Time is on my side….” (Rolling Stones, 1962)

“Time waits for no one / and it won’t wait for me…” (Rolling Stones, 1974)

Τι τα θες, μάλλον για άλλη μια φορά οι μεγάλες αλήθειες κρύβονται στις πιο απλές φόρμες, στις πιο κλισέ ατάκες, στις πιο απλοικές μορφές ‘τέχνης’…

…”Σημασία δεν έχει πόσο χρόνο έχεις, αλλά τι κάνεις με το χρόνο που σου δίνεται… “

(από αμερικανική blockbuster ταινία – δεν θυμάμαι ποια, μάλλον κάποια από εκείνες τις ταινίες κατασροφής…)

Καλή, μουσική και δημιουργική χρονιά, λοιπόν, έστω και καθυστερημένα! (ή μήπως όχι;)

Δανάη

ΥΓ: Τελικά ξέρει κανείς τι είναι τα “ζαμάνια”??? (αναζητώντας απεγνωσμένα μια άλλη μονάδα μέτρησης….)