Λένε οτι αν δεις θάλασσα άγρια στον ύπνο σου, σημαίνει οτι έχεις ή θα έχεις σκοτούρες.

Γκρί χρώμα ήταν η δική μου η θάλασσα, με μεγάλα στόματα και μιλούσα στο τηλέφωνο με κάποιον αγαπημένο.

Και ξάφνου ξύπνησα = (δύο ξ) + μια ανάσα – (τέσσερα φωνήεντα, τα ανάβω και) Εισπνοή.

Γιατί το μέρος που βρισκόμουνα, όρθια με το τηλέφωνο στο χέρι να ακουμπάει το αριστερό μου αυτί, το καταβρόχθισε το πιο μεγάλο στόμα.

Η ώρα είναι, δεν ξέρω.

Μέρες δεν φοράω ρολόι. Όμως είναι σίγουρα απογευματινή ώρα.

Κατεβαίνω τις πολλές σκάλες του πέτρινου ξενώνα, και όση κίνηση είχε το όνειρο, τόση ακινησία έχει τούτο το μέρος.
Και είναι τόσο γοητευτικό όλο αυτό.
Γοητευτικό και αναγκαίο.

Με προκαλεί να μένω ακίνητη και εγώ. Δεν μένω συχνά ακίνητη.

Τώρα που το ξανασκέφτομαι,  μένω ακίνητη στις πιο κάτω δύο περιστάσεις και στάσεις:

H πρώτη είναι αυτή του ερωτευμένου ανθρώπου.
Που ”ακινητεί” μπροστά στο μεγαλείο των συναισθημάτων ευχαρίστησης που νιώθει.
Που ανάσα δεν παίρνει, μήπως τα χάσει ή δεν τον καταπιούν ολοκληρωτικά.
Χέρια χαλαρά και μέτωπο χαλαρό.

Η δεύτερη είναι αυτή του μοναχικού ανθρώπου.
Που ”ακινητεί” μπροστά στο μεγαλείο των συναισθημάτων πληρότητας που νιώθει.
Που ανάσα δεν παίρνει, μήπως χάσει τα σημαντικά που κυκλοφορούν στα αόρατα και ασύλληπτα του σιωπηλού μοναχικού εαυτού μας.
Χέρια χαλαρά και μέτωπο χαλαρό.
Κοίτα να δείς!

Δεν μου αρέσει να κρυφακούω αλλά δεν είμαι και κουφή. Μιλάτε πιο σιγά άνθρωποι ή κλείστε τα ορθάνοιχτα παράθυρα. Δεν έχει δα και τόση ζέστη σε αυτό το υψόμετρο.
Η απλά μην πικραίνεστε που η προσωπική σας ιστορία γίνεται γνωστή.

“Εσύ φταις’’ (μια φορά και κάτι λέξεις που δεν συγκρατώ)
”Εσύ φταις’’ (δεύτερη φορά και σκέτο)

Διαβάζω:….”Λαχταρώ βαθιά να υπάρχει δικαιοσύνη κι ας είναι εις βάρος μου. Τίποτα δεν είναι πιο εξευτελιστικό απο το να μου επιτρέπονται τα πάντα, να δρω άταχτα χωρίς συνέπειες. Όχι δεν είναι ελευθερία αυτό, είναι σκληρή αδιαφορία στο οτι υπάρχω. Και πως γίνεται να υπάρχω μέσα στην αδιαφορία?”..

Το ξαναδιαβάζω. Και ξανά.

Μένω στην λέξη ‘αδιαφορία’.

Την κοιτάω.
Φαντασιώνομαι οτι την κοιτάω το πρωί με κεφάλι καθαρό και ζεστό μελωμένο τσάι.
Μετά φαντασιώνομαι οτι την κοιτάω μεσημέρι και ζεστή μελωμένη ρακί.

Μου μοιάζει σαν δύο λέξεις πια.

άδ(ε)ια + φορ(ε)ία. δύο έψιλον έξω και η ελευθερία σε έκρηξη!

κάτι το άδειο συνήθως δεν έχει ενδιαφέρον.
κάτι το φορείο συνήθως κάνει αρρώστια.
κάτι το έψιλον ερεθίζει.

Πολύ μπερδεύομαι στις σκέψεις μου και παραδέχομαι οτι είμαι άνθρωπος αστείος.
Μα και ερωτευμένος με τους συνειρμούς του μυαλού.
Έρμαιο του τι θα ξεπηδήσει από ‘κει μέσα!

Άξαφνα , σαν να μάκρυναν τα μαλλιά μου.
και τα δάχτυλα.

Ευτυχώς κάποιος πολύ πιο Ανώτερος απο μένα, προβλέπει και μου αποσπά την προσοχή.

Μπροστά μου, μόλις λίγα δευτερόλεπτα, έχουν ξεκινήσει τα πέντε ποτιστικά κήπου.

Λεπτές σταγόνες που φέρνουν δροσιά και όρεξη να βουτήξεις στα σχήματά τους.

Ίσως κάτι ξέρουν οι κινέζοι που αφιερώνουν μια ζωή στο να μάθουν να ζωγραφίζουν μια σταγόνα βροχής.

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος φαίνεται.
Δεν σου ανοίγεται αλλιώς ο κόσμος.

Ναι Ναι! Υγραίνετε τον τόπο μικρές μου λευκές τρυφερές.

Μαγέψτε όσα λιγοστά απομένουν απείραχτα.

Να μυρίσει πράσινο και χώμα.

Η μοναξιά είναι απο χώμα.
Για σκέψου το.

 

 

Ειρήνη Β. Μ.